21.11.10

Όταν τα δάκρυα χαράς γίνονται δάκρυα απελπισίας : η επιλόχεια κατάθλιψη

Η Έλσα με επισκέφθηκε στο γραφείο μου ένα μήνα μετά τη γέννηση του πρώτου της παιδιού. Ήταν μια τριαντάχρονη γυναίκα, παντρεμένη πριν τρία χρόνια. Στο πρόσωπό της ήταν εμφανή τα σημάδια της αϋπνίας, της κούρασης και του φόβου.
Μου είπε: “…περιμέναμε το πρώτο μας παιδί με μεγάλη ανυπομονησία. Η κύηση ήταν χωρίς απρόοπτα. Είχα λίγο άγχος…πρώτο παιδί ήταν…ξέρετε πώς είναι αυτά τα πράγματα. Ο γυναικολόγος ήταν καθησυχαστικός…Γέννησα με καισαρική.
Όλα πήγαν καλά, λίγες ώρες μετά πήρα την κόρη μου στην αγκαλιά μου και την τάισα. Κι εγώ και ο άντρας μου νοιώθαμε περήφανοι. Τα προβλήματα άρχισαν μετά από 3-4 ημέρες: δεν κοιμόμουν καλά, πονούσε το κεφάλι μου, δεν είχα καλή διάθεση και έβαζα τα κλάματα χωρίς καμιά αιτία. Το συζήτησα με το γυναικολόγο και μου είπε ότι είναι κάτι συνηθισμένο στις λεχώνες. Το απέδωσε στις ορμονικές αλλαγές και με διαβεβαίωσε ότι το πολύ σε 10 ημέρες θα ήμουν καλά. Πήγαμε σπίτι αλλά η κατάσταση αντί να καλυτερεύει, χειροτέρευε. Αισθανόμουν συνεχώς κουρασμένη, δεν είχα διάθεση να κάνω το οτιδήποτε και η φροντίδα του μωρού μου φαινόταν βουνό. Ξέσπαγα στον άντρα μου χωρίς λόγο, δεν ήθελα να δω κανέναν. Ντρεπόμουν γι’αυτό που μου συνέβαινε και ανησυχούσα μήπως δεν τα καταφέρω με το μωρό. ’’

Η ιστορία της Έλσας είναι μια μάλλον τυπική ιστορία επιλόχειας κατάθλιψης. Η επιλόχεια κατάθλιψη είναι μια δυνητικά σοβαρή διαταραχή που συχνά δεν διαγιγνώσκεται, κάτι που μπορεί να έχει δραματικές συνέπειες τόσο για την υγεία της μητέρας, όσο και για την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του βρέφους.
Είναι γνωστό ότι ο πρώτος τουλάχιστον χρόνος της ζωής του παιδιού είναι κρίσιμος για την ψυχοσυναισθηματική του ανάπτυξη. Στο χρονικό αυτό διάστημα η φυσική και ψυχολογική διαθεσιμότητα της μητέρας πρέπει να είναι συνεχής.
Η συχνότητα της επιλόχειας κατάθλιψης είναι περίπου 10%.
Η αιτία της θα πρέπει να αναζητηθεί τόσο σε βιολογικούς όσο και σε ψυχολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες.
Οι απότομες ορμονικές μεταβολές που συνοδεύουν τη διαδικασία του τοκετού, δυσλειτουργίες του θυρεοειδούς αδένα, μεταβολές του επιπέδου των ηλεκτρολυτών (κάλιο, νάτριο, ασβέστιο) είναι ανάμεσα στους συχνότερους βιολογικούς παράγοντες που συμβάλλουν στην εκδήλωση της επιλόχειας κατάθλιψης.
Από την άλλη πλευρά, ψυχοκοινωνικοί παράγοντες όπως το ιστορικό κατάθλιψης της μητέρας, κακές σχέσεις του γονεϊκού ζευγαριού, αβεβαιότητα της μέλλουσας μητέρας για τον καινούριο της ρόλο, οικονομικά προβλήματα, μπορούν επίσης να συμβάλλουν στην εκδήλωση της επιλόχειας κατάθλιψης.

Τα χαρακτηριστικά συμπτώματα της διαταραχής εμφανίζονται εντός δύο εβδομάδων από τον τοκετό και περιλαμβάνουν:
-έντονη καταθλιπτική διάθεση και απώλεια ενδιαφερόντων. Η γυναίκα κλαίει διαρκώς, γίνεται ευερέθιστη, χάνει το ενδιαφέρον για τη φροντίδα του εαυτού της και για τη φροντίδα του μωρού της.
-επίμονη αϋπνία και ανορεξία
-έντονο αίσθημα κόπωσης
- διαταραχές συγκέντρωσης
- έντονο άγχος και ανησυχία για την υγεία του μωρού. Συχνά η μητέρα αισθάνεται ότι δεν θα τα βγάλει πέρα με τη φροντίδα του νεογέννητου με αποτέλεσμα να κατακλύζεται από ενοχές και απελπισία.

Τα συμπτώματα της επιλόχειας κατάθλιψης δεν θα πρέπει να συγχέονται με την ήπια λοχειακή ψυχική διαταραχή (baby blues), μια κατάσταση που παρατηρείται περίπου στις μισές λεχώνες τις πρώτες ημέρες μετά τον τοκετό, χαρακτηρίζεται από συναισθηματική δυσφορία, άγχος, αϋπνία, κλάματα και δυσκολία στη συγκέντρωση, είναι αυτοπεριοριζόμενη και δεν χρειάζεται κάποια θεραπευτική αντιμετώπιση.

Σε σπάνιες περιπτώσεις (0,1-0,2%) η λεχώνα παρουσιάζει εικόνα επιλόχειας ψύχωσης. Πρόκειται για μια εξαιρετικά σοβαρή διαταραχή, η οποία θέτει σε κίνδυνο ακόμη και τη ζωή της ασθενούς και του μωρού της. Η ασθενής βρίσκεται σε μια κατάσταση έντονης σύγχυσης, παρουσιάζει παραληρητικές ιδέες (ότι το μωρό της πέθανε ή πάσχει από κάποια σοβαρή ασθένεια), ψευδαισθήσεις, έντονα συναισθήματα ενοχής, υπερκινητικότητα ή και απάθεια και ψυχοκινητική επιβράδυνση.

Σε κάθε περίπτωση που η λεχώνα παρουσιάσει άγχος και διαταραχές της διάθεσης που παρατείνονται πέραν του δεκαημέρου από τον τοκετό ή έχουν πολύ μεγάλη ένταση, απαιτείται η παρέμβαση ειδικού ο οποίος θα διευκρινίσει τη φύση των συμπτωμάτων, θα αποκλείσει οργανικές διαταραχές πού μπορούν να προκαλέσουν τέτοια συμπτώματα και θα προτείνει κατάλληλη θεραπευτική αγωγή .
Η θεραπεία της επιλόχειας κατάθλιψης περιλαμβάνει :

-την κινητοποίηση του οικογενειακού περιβάλλοντος με σκοπό την πλαισίωση της ασθενούς, την απαλλαγή της από φροντίδες που η ίδια δεν μπορεί δεν μπορεί να προσφέρει και την ψυχολογική της ενθάρρυνση. Η απομάκρυνση του νεογέννητου από την ασθενή μητέρα δεν είναι απαραίτητη (εκτός των περιπτώσεων της επιλόχειας ψύχωσης), ωστόσο το κύριο βάρος της φροντίδας του θα πρέπει να το αναλάβει κάποιο άλλο άτομο.
- τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής, αν αυτό κριθεί απαραίτητο
-την ψυχολογική ενίσχυση και σε δεύτερο χρόνο την ψυχοθεραπεία της ασθενούς
Η ανακούφιση της ασθενούς από τις ενοχές της, η διευθέτηση συγκρούσεων μέσα στο ζευγάρι και η ανάδειξη και επίλυση εσωτερικών συγκρούσεων που σχετίζονται με τη μητρότητα, αποτελούν σημεία στα οποία εστιάζεται η ψυχολογική θεραπεία της ασθενούς.

Τέλος, ουσιαστική είναι η συμβολή της πρόληψης στην αποτροπή της εκδήλωσης σοβαρών ψυχικών διαταραχών μετά τον τοκετό. Γυναίκες με ιστορικό επιλόχειας κατάθλιψης ή ψύχωσης και γυναίκες με ιστορικό σοβαρών ψυχιατρικών διαταραχών, θα πρέπει να βρίσκονται υπό συνεχή παρακολούθηση τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, όσο και για το χρονικό διάστημα που ακολουθεί τον τοκετό.
Ανδρέας Γκορίνης, Ψυχίατρος